ΑΠ 789/2022: χρέη στο Δημόσιο (αρ. 25 Ν. 1882/1990)- ποια χρέη δεν υπολογίζονται για την κατάφαση του εγκλήματος

Παρατηρήσεις: Ιδιαίτερα σημαντική η απόφαση αυτή (ΑΠ 789/2022) σχετικά με το ζήτημα των χρεών που δεν συμπεριλαμβάνονται και δεν υπολογίζονται για τη θεμελίωση του εγκλήματος του άρθρου 25 Ν. 1882/1990 (χρέη στο Δημόσιο). Σε αντίθεση με την κυρίαρχη στη νομολογία του Αρείου Πάγου τάση, που δέχεται ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος αυτού δεν υπολογίζονται τα χρέη που προέρχονται από τα τυποποιούμενα στο άρθρο 66 Ν. 4174/2013 αδικήματα, χωρίς ωστόσο να απαιτείται η κατάφαση όλων των όρων του εγκλήματος αυτού, μεταξύ των οποίων και το ελάχιστο ύψος των φόρων, που αποκρύπτεται, δεν αποδίδεται, κ.λ.π. και το οποίο απαιτείται για τη θεμελίωση του εγκλήματος της φοροδιαφυγής (βλ. εντελώς ενδεικτικά ΑΠ 202/2021, ΑΠ 1320/2020, ΠοινΧρ (ΟΒ/2022), 217, ΠραξΛογΠΔ (2021), 474, ΑΠ 1299/2020, NOMOS, ΑΠ 1192/2020, NOMOS, ΑΠ 828/2020, ΠοινΧρ (Ο/2020), 745, ΝοΒ (68/2020), 1716, ΑΠ 551/2020, ΠοινΔικ (2022), 162 (περίλ.), ΑΠ 343/2020, ΠοινΔικ (2021), 1794 (περίλ.), NOMOS), η ΑΠ 789/2022 (παραπέμποντας και στην ΑΠ 1011/2020) δέχεται ότι για τον μη υπολογισμό οφειλών από φόρους, κ.λ.π. στα πλαίσια του εγκλήματος του άρθρου 25 Ν. 1882/1990 πρέπει να συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της φοροδιαφυγής και επομένως, όπου απαιτείται, και ο ειδικός σκοπός της οριστικής αποφυγής πληρωμής των φόρων. Με βάση την απόφαση αυτή θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν αφαιρείται από τον πίνακα χρεών του εγκλήματος του άρθρου 25 Ν. 1882/1990 ποσό οφειλής από μη καταβολή, απόκρυψη, κ.λ.π. φόρου, εφόσον δεν υπερβαίνει το όριο που θέτει το άρθρο 66 Ν. 4174/2013 για την κατάφαση του εγκλήματος της φοροδιαφυγής. Επίσης, μόνη η μη καταβολή φόρου εισοδήματος, για τον οποίο ο φορολογούμενος υπέβαλε ειλικρινή δήλωση, δεν θεμελιώνει το αδίκημα της φοροδιαφυγής και συνεπώς η σχετική οφειλή υπολογίζεται για την ποινική ευθύνη κατ’ άρθρο 25 Ν. 1882/1990. Η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση του άρθρου 25 παρ. 1 Ν. 1882/1990, όπως διαμορφώθηκε μετά την προσθήκη εδ. γ΄ με το άρθρο 469 νέου ΠΚ, μας βρίσκεται απόλυτα σύμφωνους. Δύο μόνο παρατηρήσεις πρέπει να γίνουν στο σημείο αυτό: α) εφόσον το έγκλημα της φοροδιαφυγής τελείται και με την μη απόδοση ΦΠΑ, χωρίς να απαιτείται υποβολή ανειλικρινούς δήλωσης, για χρέη προερχόμενα από την αιτία αυτή δεν θα έπρεπε να απαιτείται, προκειμένου να μην συνυπολογιστούν στα πλαίσια του αδικήματος του άρθρου 25 Ν. 1882/1990, η συνδρομή της πρόσθετης αυτής προϋπόθεσης και β) ο Άρειος Πάγος θα έπρεπε, με εφαρμογή του άρθρου 10 παρ. 2 περ. ε΄ ΚΠΔ, να παραπέμψει το ζήτημα στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, καθώς όπως ήδη αναφέρθηκε, έχουν εκδοθεί αντίθετες αποφάσεις Τμημάτων του Δικαστηρίου αυτού.

Χαράλαμπος Σεβαστίδης

Εφέτης

 

Αριθμός 789/2022

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ε΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Βασδέκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ζαμπέτα Στράτα, Μαρία Λεπενιώτη, Σοφία Οικονόμου και Κλεόβουλο – Δημήτριο Κοκκορό, Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Δεκεμβρίου 2021, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου Παπαγεωργίου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Α Α του Νι, κατοίκου Βούλας Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ……., για αναίρεση της υπ΄αριθ. 78/2021 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς.

Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Πειραιώς με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 2.4.2021 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 317/21.

Αφού άκουσε

Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 2-4-2021 αίτηση του αναιρεσείοντος …………… για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 78/1-2-2021 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, με την οποία καταδικάστηκε για την αξιόποινη πράξη του άρθρου 25 Ν. 1882 /1990 σε ποινή φυλάκισης οχτώ (8) μηνών, ασκήθηκε νομότυπα με δήλωση του δικηγόρου του αναιρεσείοντος στον γραμματέα του Εφετείου Πειραιώς (άρθρο 474 παρ. 1 ΚΠΔ), εμπρόθεσμα (άρθρα 473 παρ. 1, 2, 3 ΚΠΔ, 84 παρ. 1 Ν. 4790/2021) και παραδεκτά (άρθρα 464, 474 παρ. 4, 501 παρ. 1, 505 παρ. 1α και 510 παρ. 1 στοιχ. Α, Δ, Ε ΚΠΔ). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Κατά το άρθρο 25 παρ. 1 του ν. 1882/1990, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το με το άρθρο 23 παρ. 1 του ν. 2523/1997, στη συνέχεια με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 3220/2004, του οποίου η ισχύς άρχισε από την 1-1-2004 και στη συνέχεια με το άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 3943/31-3-2011, του οποίου η ισχύς άρχισε στις 31-3-2011 “1.Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα τελωνεία χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: α) έως ένα έτος, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών που αναφέρεται στην παράγραφο 5, υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ β) έξι τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α’ υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. γ) ενός τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α1, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ. δ) τριών τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α’, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ….”. Με τη διάταξη του άρθρου 71 παρ.2 ν.4174/2014, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 8 ν.4337/2015 τα άνω ποσά αναπροσαρμόστηκαν έτσι ώστε να τιμωρείται α) με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους εκείνος του οποίου το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων και προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και β) τριών τουλάχιστον ετών ,εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση, υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων(200.000) ευρώ. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 25 παρ. 2 περ. α’ του ν. 1882/1990, “Στις πιο κάτω περιπτώσεις οφειλετών του Δημοσίου και τρίτων, πλην ιδιωτών, οι προβλεπόμενες ποινές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επιβάλλονται, προκειμένου για ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, στους προέδρους των Δ.Σ., στους διευθύνοντες ή εντεταλμένους ή συμπράττοντες συμβούλους ή διοικητές ή γενικούς διευθυντές ή διευθυντές αυτών ή σε κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε από δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών, σωρευτικά ή μη. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, οι ποινές επιβάλλονται κατά των μελών των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω”. Τέλος, κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου “Για τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου (σημ. ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, κ.τ.λ.), η ποινική δίωξη ασκείται για τα χρέη προς το Δημόσιο και τρίτους, πλην ιδιωτών, που ήταν βεβαιωμένα κατά το χρόνο απόκτησης της πιο πάνω ιδιότητας ή βεβαιώθηκαν κατά τη διάρκεια που είχαν τη συγκεκριμένη ιδιότητα, ανεξάρτητα αν μεταγενέστερα απέβαλαν την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και για τα χρέη που βεβαιώθηκαν, ανεξάρτητα από τη λύση ή μη των νομικών προσώπων, αλλά γεννήθηκαν ή ανάγονται στο χρόνο που είχαν την ιδιότητα αυτή…”. Από τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν συνάγεται ότι αυτουργός του εγκλήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, που έχουν βεβαιωθεί σε βάρος ημεδαπής ανώνυμης εταιρείας, είναι εκείνος, ο οποίος ήταν, εκτός των άλλων, διευθύνων σύμβουλος αυτής κατά το χρόνο που γεννήθηκαν τα χρέη, έστω και αν αυτός δεν είχε την ιδιότητα αυτή κατά το χρόνο της βεβαίωσης αυτών. Από τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 25 παρ. 2 και 3 του ν.1882/1990, προκύπτει ότι στην καταδικαστική απόφαση για την πληρότητα της αιτιολογίας της πρέπει να αναφέρεται, εκτός των άλλων, η ιδιότητα του κατηγορουμένου στην εταιρεία που αυτός εκπροσωπεί καθώς και η ταυτότητα της εταιρείας. Κρίσιμα στοιχεία για τη θεμελίωση του ανωτέρω εγκλήματος, σύμφωνα με την ρύθμιση του άρθρου 25 ν. 1882/1990, όπως έχει τροποποιηθεί, που πρέπει να προσδιορίζονται στην καταδικαστική απόφαση για να είναι αυτή ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, όπως επιβάλλεται από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, είναι: 1) η Αρχή που προέβη στη βεβαίωση του χρέους, 2) το ύφος του χρέους, 3) ο τρόπος πληρωμής του (εφάπαξ ή σε δόσεις), 4) ο ακριβής χρόνος καταβολής του, όταν αυτό καταβάλλεται εφάπαξ ή της κάθε δόσης όταν καταβάλλεται σε δόσεις, ο οποίος δεν συμπίπτει αναγκαστικά με το χρόνο που βεβαιώθηκε το χρέος, διότι ως χρόνο βεβαίωσης των χρεών ο νόμος εννοεί εκείνον, κατά τον οποίο γίνεται η βεβαίωση από την αρμόδια οικονομική αρχή και έχει ως περιεχόμενο τον προσδιορισμό του υπόχρεου προσώπου, καθώς και του είδους και του ποσού της οφειλής, ενώ το ληξιπρόθεσμο του χρέους συνάπτεται με τη λεγόμενη ταμειακή βεβαίωση, οπότε και μπορεί το χρέος αυτό να εισπραχθεί και 5) η μη πληρωμή τριών συνεχών δόσεων του σε δόσεις χρέους ή ολοκλήρου του ποσού του, όταν αυτό είναι καταβλητέο εφάπαξ, πέραν των τεσσάρων μηνών από τη λήξη του χρόνου καταβολής του (ΑΠ 289/2018, ΑΠ 36/2016, ΑΠ 36/2017).

Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ, όταν εκτίθενται σ’ αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί υπαγωγής των αποδειχθέντων περιστατικών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το διατακτικό της απόφασης, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι, κατ’ αρχήν, αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικές συνθήκες τέλεσής του, διαλαμβάνεται δε περί αυτού αιτιολογία στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή που προκύπτει από τα περιστατικά που αναφέρονται σ’ αυτή, εκτός εάν αξιώνονται από το νόμο πρόσθετα στοιχεία, για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξης (άμεσος δόλος) ή η επιδίωξη ορισμένου σκοπού περαιτέρω (εγκλήματα με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση). Το έγκλημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, με βάση τη νομοτυπική του μορφή και ειδικότερα την υποκειμενική υπόστασή του, δεν υπάγεται στις τελευταίες περιπτώσεις (ΑΠ 1655/2016).

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ Ε’ ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης συνιστά η εκ πλαγίου παραβίαση της διάταξης αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλομένης απόφασης, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, το Δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα επί λέξει πραγματικά περιστατικά, αναφορικά με την πράξη της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, που αποτελεί αντικείμενο της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης: «Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος υπεράσπισης που εξετάστηκε στο ακροατήριο, η οποία (κατάθεση) περιέχεται στα ενσωματωμένα στην παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, από τα πρακτικά και την απόφαση της πρωτοβάθμιας δίκης που αναγνώστη καν, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που αναγνώστηκαν στο ακροατήριο και καταχωρήθηκαν στα ίδια πρακτικά και γενικά από την όλη αποδεικτική διαδικασία και την συζήτηση της υπόθεσης καθώς και από την αξιολογική εκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα με την προβλεπόμενη από το άρθρο 177 παρ. 1 ΚΠΔ αρχή της ηθικής απόδειξης, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι κατηγορούμενοι στον Πειραιά την 29.3.2015, ενώ είχαν βεβαιωθεί σε βάρος τους και συγκεκριμένα σε βάρος α) του πρώτου αυτών, Ν Α, ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνοντος Συμβούλου της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Α ΑΒΕΕ Ετοίμων Ενδυμάτων και Δερμάτινων Ειδών» και β) του δεύτερου αυτών, Α Α, ως Αντιπροέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και νόμιμου εκπροσώπου της ίδιας ως άνω εταιρίας, διάφορα χρέη προς το Δημόσιο (συγκεκριμένα στην αρμόδια ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιώς), τα οποία, αφού είχαν βεβαιωθεί ταμειακά και, συνακόλουθα, είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμα κατά το χρονικό διάστημα από 31.1.2014 έως 28.11.2014, ενεργώντας από κοινού υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητες τους, καθυστέρησαν να καταβάλουν στην προαναφερθείσα ΔΟΥ το συνολικό ποσό των 369.094,06 ευρώ (που αποτελείται από το σύνολο των μερικότερων αθροιστικώς συμποσούμενων χρεών που αναφέρονται στους υπ’ αριθ. …../2015 και …../2015 πίνακες χρεών με αριθμούς εγγραφής 2, 3, 4 και 5), για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών από την ημέρα (28.11.2014), κατά την οποία η τελευταία δόση του τελευταίου (εγγύτερου χρονικά) χρέους (με αριθμό εγγραφής 5) των υπ’ αριθ. …../2015 και …../2015 πινάκων (που αφορούν τους πρώτο και δεύτερο, αντίστοιχα, των κατηγορουμένων) κατέστη ληξιπρόθεσμη, όπως οι ημερομηνίες βεβαίωσης (υπό ευρεία και υπό στενή έννοια) εκάστου των ως άνω επί μέρους χρεών (τα οποία, όπως εκτέθηκε στη νομική σκέψη της παρούσας, συμποσούνται και ενσωματώνονται στο ανωτέρω αναφερόμενο συνολικό χρέος των 369.094,06 ευρώ), ο τρόπος πληρωμής, τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά, οι αιτίες οφειλής αναλύονται στους αναφερόμενους στο διατακτικό υπ’ αριθ. …../2015 και …../2015 πίνακες χρεών (ένας για έκαστο κατηγορούμενο) με αύξοντες αριθμούς εγγραφής από 2 έως και 5, τους οποίους συνέταξε ο προϊστάμενος της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, οι οποίοι (πίνακες) αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα ο μεν πρώτος αυτών (…../2015) της υπ’ αριθ. πρωτ. ……/29.4.2015 αίτησης ποινικής δίωξης (για τον 1ο κατηγορούμενο) της ως άνω ΔΟΥ, ο δε δεύτερος αυτών (…../2015) της υπ’ αριθ. πρωτ. ……/29.4.2015 αίτησης ποινικής δίωξης (για τον 2ο κατηγορούμενο) της ιδίας ΔΟΥ. Συγκεκριμένα από τα χρέη αυτά: α) το με αριθμό εγγραφής 2 χρέος ανέρχεται στο απαιτητό συνολικό ποσό των 340.224,50 ευρώ, με αναγραφόμενα στοιχεία βεβαίωσης «……/20.1.2014» και είδος φόρου «χρωστικές δηλώσεις ΦΠΑ μέσω INTERNET», β) το με αριθμό εγγραφής 3 χρέος ανέρχεται στο απαιτητό συνολικό ποσό των 1.787,94 ευρώ, με αναγραφόμενα στοιχεία βεβαίωσης «…../8.4.2014» και είδος φόρου «πρόστιμο ΚΒΣ, οριστική βεβαίωση», γ) το με αριθμό εγγραφής 4 χρέος ανέρχεται στο απαιτητό συνολικό ποσό των 25.677,72 ευρώ, με αναγραφόμενα στοιχεία βεβαίωσης «……/15.5.2014» και είδος φόρου «ανάκτηση παράνομων κρατ. ενισχύσεων Ν. 4099» και δ) το με αριθμό εγγραφής 5 χρέος ανέρχεται στο απαιτητό συνολικό ποσό των 1.403,90 ευρώ, με αναγραφόμενα στοιχεία βεβαίωσης «……/28.5.2014» και είδος φόρου «εισόδημα Ν.Π. προσωρινή βεβ. από δήλωση». Τα ανωτέρω περιστατικά αποδείχθηκαν Ιδίως από τα εξής αναγνωσθέντα έγγραφα: α) τις με αριθ. πρωτ. ……/2015 και ……/2015 αιτήσεις ποινικής δίωξης (από μία για έκαστο κατηγορούμενο) της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιώς, β) αντίγραφο των υπ’ αριθ. …../2015 και …../2015 πινάκων χρεών της Ιδίας ΔΟΥ, που αφορούν τα ίδια χρέη (ένας πίνακας για έκαστο κατηγορούμενο), γ) τις με αριθ. πρωτ. ……./29.1.2021 και …../29.1.2021 έγγραφες ενημερώσεις της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιώς, από τις οποίες προκύπτουν αφενός οι ιδιότητες του μεν 1ου κατηγορουμένου ως Διευθύνοντος Συμβούλου από 8.10.1993 έως 31.12.2015 της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Α ΑΒΕΕ Ετοίμων Ενδυμάτων και Δερμάτινων Ειδών», του δε 2ου κατηγορουμένου ως νόμιμου εκπροσώπου (και Αντιπροέδρου Δ.Σ.) από 30.6.2000 έως 31.12.2015 της ίδιας ως άνω ανώνυμης εταιρίας, και αφετέρου ότι τα ανωτέρω επίδικα χρέη των κατηγορουμένων, υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητες τους, δεν έχουν εξοφληθεί, ούτε έχουν ρυθμιστεί, καθώς και ότι τα χρέη αυτά δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 66 του Ν. 4174/2013 (ΚΦΔ) τα μεν υπ’ αριθ. 3 και 4 χρέη λόγω του είδους τους (συγκεκριμένα η υπ’ αριθ. 4 εγγραφή αφορά βεβαιωμένο χρέος από ανάκτηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων και η υπ’ αριθ. 4 εγγραφή αφορά χρέος από επιβολή προστίμου για γενικές παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων περί μη διαφύλαξης του βιβλιαρίου συντήρησης και επισκευών), τα δε υπ’ αριθ. 2 και 5 χρέη, γιατί δεν βεβαιώθηκαν κατόπιν ελέγχου, αλλά προέρχονται από ειλικρινείς δηλώσεις των κατηγορουμένων, που έγιναν ηλεκτρονικά και δ) τα υπ’ αριθ. ……/26.5.2010 και ……/5.9.2012 ΦΕΚ (τ. ΑΕ και ΕΠΕ), από τα οποία προκύπτουν η ιδιότητα του 1ου κατηγορουμένου ως Προέδρου του Δ.Σ, ως Διευθύνοντος Συμβούλου και ως νομίμου εκπροσώπου της ως άνω εταιρίας και η ιδιότητα του 2ου κατηγορούμενου ως Αντιπροέδρου του Δ.Σ. και ως νομίμου εκπροσώπου της Ιδίας εταιρίας. Εξάλλου, ο 1ος κατηγορούμενος (δια του συνηγόρου του) αποδέχεται την προαναφερόμενη ιδιότητά του στην εν λόγω εταιρία (ήτοι Πρόεδρος Δ.Σ., Διευθύνων Σύμβουλος και νόμιμος εκπρόσωπος αυτής) και επικαλείται τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα της εταιρίας, που την οδήγησαν σε οικονομική αδυναμία καταβολής των επίδικων χρεών. Επίσης, ο 2ος κατηγορούμενος (δια του συνηγόρου του) ισχυρίσθηκε ότι ναι μεν είχε την προαναφερόμενη ιδιότητα (του Αντιπροέδρου του Δ.Σ. και του νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας), πλην όμως επικαλέσθηκε ότι αυτό έγινε μόνο για τυπικούς λόγους και ότι ουσιαστικά την διοίκηση της εταιρίας είχε μόνο ο 1ος κατηγορούμενος. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός του 2ου κατηγορούμενου ουδόλως αποδείχθηκε. Αντιθέτως, αποδείχθηκε ότι αυτός ασκούσε ουσιαστικά και τα καθήκοντα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας και, μάλιστα, δεν είχε μόνο την ιδιότητα του Αντιπροέδρου του Δ.Σ., αλλά είχε ανατεθεί σ’ αυτόν, με σχετικά πρακτικά της Γ.Σ. και του Δ.Σ της εν λόγω εταιρίας, και η εκπροσώπηση αυτής (είτε χωριστά είτε από κοινού με τον 1ο κατηγορούμενο) «ενώπιον των αρχών και των Δικαστηρίων όπως και επί παντός εν γένει θέματος» (βλ. τα ανωτέρω αναγνωσθέντα ΦΕΚ). Σημειώνεται, ότι οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης, ήτοι τόσο της μάρτυρος Χ Κ στο παρόν Δικαστήριο, όσο και του μάρτυρα Γ Ρ στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, περί του ότι ο 2ος κατηγορούμενος είχε μόνο τυπικές θέσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο της εν λόγω εταιρίας χωρίς να έχει την ουσιαστική διαχείριση αυτής, δεν είναι πειστικές, αφενός λόγω της σχέσης των μαρτύρων αυτών με τους κατηγορούμενους (συγκεκριμένα η Χ Κ, ήταν εργαζόμενη στην εν λόγω εταιρία, όπως η ίδια ανέφερε στο δικαστήριο και ο Γ Ρ ήταν το τρίτο μέλος του Δ.Σ. της εταιρίας αυτών, ενώ τα λοιπά μέλη του τριμελούς Δ.Σ. ήταν οι κατηγορούμενοι, όπως προκύπτει από τα ως άνω αναγνωσθέντα ΦΕΚ) και αφετέρου γιατί δεν αιτιολόγησαν πειστικά το γεγονός ότι στον 2° κατηγορούμενο είχε ανατεθεί, με σχετικά πρακτικά της Γ.Σ. και του Δ.Σ της εταιρίας, και η εκπροσώπηση αυτής. Περαιτέρω και αναφορικά με τα υπ’ αριθ. (εγγραφής στους πίνακες) 2 και 5 βεβαιωμένα χρέη, που αφορούν «χρεωστικές δηλώσεις ΦΠΑ μέσω internet» και «εισόδημα Ν.Π. προσωρ. βεβαίωση από δήλωση», αντίστοιχα, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 469 του νέου ΠΚ και αφαίρεσης των ποσών αυτών από τους πίνακες χρεών, επειδή, για τα χρέη αυτά, ελλείπει από τους κατηγορούμενους ο ειδικός σκοπός της οριστικής αποφυγής της πληρωμής των εν λόγω φόρων, καθόσον οι περιπτώσεις αυτές αφορούν οφειλές φόρων, που βεβαιώθηκαν με ειλικρινή δήλωση των φορολογούμενων – κατηγορουμένων και ακολούθησε αδυναμία καταβολής των ποσών αυτών. Συνεπώς, στις περιπτώσεις αυτές δεν υφίσταται το αδίκημα του άρθρου 66 ΚΦΔ, αφού, για την στοιχειοθέτησή του, απαιτείται η κατάφαση όλων των όρων του, άρα και του ειδικού σκοπού της οριστικής αποφυγής της πληρωμής των εν λόγω φόρων, κατά τα εκτιθέμενα στο τέλος της νομικής σκέψης στην παράγραφο 1 της παρούσας (βλ. και ΑΠ 1011/2020 αδημ.). Σημειώνεται, τέλος, ότι, στην προκείμενη περίπτωση, χρόνος τέλεσης του ως άνω αδικήματος, κατά τα εκτιθέμενα στην αρχή της νομικής σκέψης στην παράγραφο I της παρούσας, είναι η ημέρα μετά την συμπλήρωση τεσσάρων (4) μηνών από τότε που κατέστη ληξιπρόθεσμη η τελευταία δόση του τελευταίου χρονικά χρέους (με αριθμό εγγραφής 5) των ως άνω πινάκων, ήτοι η 29.3.2015, αφού ο χρόνος που κατέστη ληξιπρόθεσμη η τελευταία δόση του εν λόγω χρέους των πινάκων, είναι η 28.11.2014. Κατόπιν αυτών, πρέπει οι κατηγορούμενοι, υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητές του και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη στην παράγραφο II της παρούσας, να κηρυχθούν ένοχοι της ανωτέρω αξιόποινης πράξης, που συνιστά, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, ίο ιδιότυπο αθροιστικό έγκλημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο κατά συναυτουργία, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Περαιτέρω, επειδή, με τη διάταξη του άρθρου 470 Κ.Π.Δ καθιερώνεται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης του κατηγορουμένου, με οποιονδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως και δη, είτε με την επαύξηση των ποινικών κυρώσεων σε βάρος του καταδικασθέντος (πραγματική χειροτέρευση), είτε με την επιβάρυνση της νομικής μεταχείρισης αυτού, δηλαδή κυρίως αν αναγνωρίζεται βαρύτερη ενοχή του από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο (νομική χειροτέρευση), διαπιστουμένη με τη σύγκριση του περιεχομένου των διατακτικών, αφενός της απόφασης που προσβάλλεται με το ένδικο μέσο και αφετέρου αυτής που εκδίδεται από το δικαστήριο του ενδίκου μέσου. Με βάση την ανωτέρω αρχή γίνεται δεκτό στη θεωρία και στη νομολογία, ότι συνιστά χειροτέρευση της θέσης του κατηγορουμένου η ανάκληση ευεργετήματος που δόθηκε με την απόφαση που προσβάλλεται (ΑΠ 294/2015 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Α. Παπαδαμάκης, Ποινική Δικονομία-Η δομή της ποινικής δίκης, έκδ. 2019, σελ. 585). Στην προκείμενη περίπτωση, από την ανάγνωση της εκκαλούμενης απόφασης προκύπτει, ότι, ήδη, οι κατηγορούμενοι έχουν τύχει του ευεργετήματος της αναγνώρισης της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ. 2β’ Π.Κ. (περί μη ταπεινών αιτίων) και, για το λόγο αυτό, πρέπει και πάλι να τους αναγνωριστεί η ελαφρυντική αυτή περίσταση, ότι δηλαδή αυτοί στην πράξη τους δεν ωθήθηκαν από ταπεινά αίτια, όπως αυτό έγινε δεκτό από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Τέλος, αναφορικά με το υπ’ αριθ. (εγγραφής στους πίνακες) 1 βεβαιωμένο προς το Δημόσιο χρέος, που αφορά «ΦΠΑ οριστική βεβαίωση», ποσού 108.881,55 ευρώ, πρέπει να αναφερθεί ότι το χρέος αυτό εμπίπτει στα αδικήματα που τυποποιούνται στο άρθρο 66 του ΚΦΔ, με συνέπεια, κατ’ εφαρμογή της ευμενέστερης για τους κατηγορούμενους διάταξης του άρθρου 469 του νέου ΠΚ (άρθρο 2 παρ. 1 ΠΚ), να μην συμπεριλαμβάνεται και να μην υπολογίζεται για τον προσδιορισμό της ευθύνης των κατηγορουμένων, έχοντας η επί μέρους αυτή πράξη (της μη καταβολής του ως άνω χρέους προς το Δημόσιο) καταστεί ανέγκλητη και τούτο χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη άσκηση ποινικής δίωξης για το αδίκημα του άρθρου 66 του Ν. 4174/2013 ως προς το συγκεκριμένο χρέος, όπως εκτέθηκε στη νομική σκέψη στην παράγραφο I της παρούσας. Συνεπώς, πρέπει να κηρυχθούν αθώοι οι κατηγορούμενοι για την επί μέρους πράξη της μη καταβολής του με αύξοντα αριθμό (εγγραφής στους πίνακες) 1 χρέους προς το Δημόσιο, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό». Ακολούθως κήρυξε ενόχους τους κατηγορουμένους, μεταξύ των οποίων και τον αναιρεσείοντα για το ότι: «Κηρύσσει τους ως άνω κατηγορούμενους ΕΝΟΧΟΥΣ του ότι: Στον Πειραιά Νομού Αττικής την 29.3.2015, ενεργώντας από κοινού, καθυστέρησαν να καταβάλουν στο Δημόσιο βεβαιωμένα σε Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) χρέη ανώνυμης εταιρίας, της οποίας ήταν νόμιμοι εκπρόσωποι, το συνολικό δε χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων και προσαυξήσεων, μέχρι την ημερομηνία της σύνταξης του πίνακα χρεών, είναι μεγαλύτερο των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ. Ειδικότερα, ενώ είχαν βεβαιωθεί στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ) Φ.Α.Ε. Πειραιώς χρέη της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Α ΑΒΕΕ Ετοίμων Ενδυμάτων και Δερμάτινων Ειδών», στην οποία ο πρώτος κατηγορούμενος, Α Ν, έφερε τις ιδιότητες του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και του Διευθύνοντος Συμβούλου και ο δεύτερος κατηγορούμενος, Α Α, τις ιδιότητες του Αντιπροέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και του νόμιμου εκπροσώπου αυτής, συνολικού ύφους τριακοσίων εξήντα εννέα χιλιάδων ενενήντα τεσσάρων ευρώ και έξι λεπτών, ήτοι 369.094,06 ευρώ (που αποτελείται από το σύνολο των μερικότερων αθροιστικώς συμποσούμενων χρεών με αριθμούς 2, 3, 4 και 5 των κατωτέρω πινάκων χρεών), τα οποία κατέστησαν ληξιπρόθεσμα κατά το χρονικό διάστημα από 31.1.2014 έως 28.11.2014, και στα οποία περιλαμβάνονται κάθε είδους τόκοι και προσαυξήσεις μέχρι την ημερομηνία της σύνταξης των κατωτέρω πινάκων χρεών, καθυστέρησαν να τα καταβάλουν στην προαναφερθείσα Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών από την ημέρα που η τελευταία δόση του τελευταίου (εγγύτερου χρονικά) χρέους των υπ’ αριθ. ……/2015 και …../2015 πινάκων χρεών (ένα για έκαστο κατηγορούμενο), κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή (ήτοι από την 28.11.2014), όπως οι ημερομηνίες αυτές, ο τρόπος καταβολής, τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά, οι αιτίες οφειλές και τα λοιπά στοιχεία των μερικότερων οφειλών αναλύονται στους κατωτέρω αναφερόμενους πίνακες χρεών, τους οποίους συνέταξε ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ Φ.Α.Ε. Πειραιώς, ως εξής:

……,…………………………….

Με τις παραπάνω παραδοχές, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό, σε συνδυασμό με όσα αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που αλληλοσυμπληρώνονται παραδεκτά, το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Πειραιώς, διέλαβε στην απόφασή του την απαιτούμενη από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της παραπάνω αξιόποινης πράξης για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους το δικαστήριο της ουσίας έκανε την υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόστηκαν, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε. Ειδικότερα: α) η απόφαση έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που προσκομίστηκαν στο δικαστήριο, από τα οποία αυτό συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν στην απόφαση και οδήγησαν στην καταδικαστική του κρίση, β) όλα τα αποδεικτικά μέσα αξιολογήθηκαν, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα από αυτά, ούτε ήταν απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, γ) το ότι επισημαίνονται στο σκεπτικό ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν σημαίνει ότι το δικαστήριο προέβη σε επιλεκτική αξιολόγησή τους και δεν είχε υποχρέωση να διαλάβει αιτιολογία γιατί οδηγήθηκε σε αντίθετα συμπεράσματα από τον αναιρεσείοντα, δ) ειδικά για το θέμα της εμπλοκής του αναιρεσείοντος στα πράγματα της εταιρίας «Α ΑΒΕΕ», το δικαστήριο δεν αγνόησε τις καταθέσεις των δύο μαρτύρων υπεράσπισης, αλλά στάθμισε την αξιοπιστία τους και τεκμηρίωσε την δικαστική του κρίση με την ακόλουθη παραδοχή « … αποδείχθηκε ότι αυτός ασκούσε ουσιαστικά τα καθήκοντα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας και μάλιστα δεν είχε μόνο την ιδιότητα του Αντιπροέδρου του Δ.Σ., αλλά είχε ανατεθεί σ’ αυτόν, με σχετικά πρακτικά της Γ.Σ. και του Δ.Σ. της εν λόγω εταιρίας και η εκπροσώπηση αυτής (είτε χωριστά είτε από κοινού με τον 1ο κατηγορούμενο), ενώπιον των αρχών και των Δικαστηρίων, όπως και επί παντός εν γένει θέματος», ε) οι προαναφερόμενες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης στην περί ενοχής σκέψη της, ιδίως αναφορικά με την εμπλοκή του αναιρεσείοντος στα πράγματα της εταιρίας καλύπτουν και την συνδρομή του υποκειμενικού στοιχείου της νομοτυπικής μορφής του αδικήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων. Συνεπώς, με την μη ιδιαίτερη αιτιολόγηση του δόλου του αναιρεσείοντος δεν εμφιλοχωρεί λογικό κενό, ασάφεια ή αντίφαση, ώστε να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος σε σχέση με την ορθή εφαρμογή του Ν. 1882/1990, καθώς το υποκειμενικό στοιχείο της πράξης ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της μη καταβολής βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο. Επομένως, οι δύο πρώτοι λόγοι της αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ (έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας) και από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ ΚΠΔ (εκ πλαγίου παράβαση του νόμου) είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν.

Σύμφωνα με το άρθρο 171 παρ.1 ΚΠοινΔ, “ακυρότητα που λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο ακόμη, προκαλείται: 1. αν δεν τηρηθούν οι διατάξεις που καθορίζουν: α) … δ) την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται από το νόμο, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα” (όπως το στοιχ. δ’ αντικαταστάθηκε από το άρθρο 11 παρ. 2 του Ν. 3904/2010). Επίσης, κατά το άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), που κυρώθηκε με το Ν.Δ. 53/1974 και έχει υπερνομοθετική ισχύ κατά το άρθρο 28 παρ.1 του Συντάγματος, “παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του”, σύμφωνα δε με το άρθρο 14 παρ.2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Δ.Σ.Α.Π.Δ.), που κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν. 2462/1997, “κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα τεκμαίρεται ότι είναι αθώο εωσότου η ενοχή του αποδειχθεί σύμφωνα με το νόμο”. Με τις ως άνω διατάξεις, στα πλαίσια της έννοιας της “δίκαιης δίκης” επί ποινικών υποθέσεων, καθιερώνεται το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου καθ’ όλα τα διαδικαστικά στάδια μέχρι να εκδοθεί καταδικαστική απόφαση επί της δίωξης που ασκήθηκε σε βάρος του, κατοχυρώνεται, δηλαδή, το δικαίωμα κάθε κατηγορουμένου να θεωρείται (τεκμαίρεται) αθώος, εωσότου η ενοχή του αποδειχθεί νομίμως. Κατ’ αυτό, η Πολιτεία, μέσω των οργάνων της, οφείλει να αποδείξει την ενοχή του κατηγορουμένου και όχι ο κατηγορούμενος την αθωότητά του. Απόρροια του τεκμηρίου αθωότητας είναι η αρχή της επιείκειας προς τον κατηγορούμενο, η οποία επιβάλλει το δικαστήριο, εν αμφιβολία, να αποφανθεί υπέρ του κατηγορουμένου (in dubio pro reo). Η παραβίαση του τεκμηρίου αυτού επάγεται, εκτός από την αναίρεση της απόφασης για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, οπότε ιδρύεται και ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α’ σε συνδυασμό με το προπαρατεθέν άρθρο 171 παρ.1 στοιχ. δ’ ΚΠοινΔ λόγος αναίρεσης.

Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση, δέχθηκε ότι ο αναιρεσείων ασκούσε ουσιαστικά και τα καθήκοντα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας «Α ΑΒΕΕ», την οποία, δυνάμει αποφάσεων της Γ.Σ. και του Δ.Σ. εκπροσωπούσε ενώπιον δικαστικών και διοικητικών αρχών και επί παντός εν γένει θέματος. Η δικανική πεποίθηση του δικαστηρίου διαμορφώθηκε ύστερα από συνεκτίμηση του συνόλου του αποδεικτικού υλικού, στο οποίο περιλαμβάνονται τα αναγνωσθέντα πρακτικά με τις αποφάσεις της Γ.Σ. και του Δ.Σ. της εταιρίας, από τα οποία επιβεβαιώνεται η ιδιότητά του ως αντιπροέδρου του Δ.Σ. και νομίμου εκπροσώπου και η ουσιαστική εμπλοκή του στη διαχείριση της οφειλέτιδας εταιρίας. Εν τέλει, ο αναιρεσείων καταδικάστηκε διότι αποδείχθηκε η ενοχή του και όχι διότι δεν κατόρθωσε ο ίδιος να αποδείξει την αθωότητά του και συνεπώς δεν παραβιάστηκε το τεκμήριο αθωότητάς του. Επομένως, δεν επήλθε ακυρότητα της διαδικασίας και ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ ΚΠΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ προβαλλόμενος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Σημειωτέον, ότι σχετικά με τα βεβαιωμένα χρέη, που αφορούν «χρεωστικές δηλώσεις ΦΠΑ μέσω ίντερνετ» και «εισόδημα Ν.Π. προσωρ. βεβαίωση από δήλωση», δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 469 του νέου ΠΚ και αφαίρεσης των ποσών αυτών από τους πίνακες χρεών, επειδή, για τα χρέη αυτά, ελλείπει από τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα ο ειδικός σκοπός της οριστικής αποφυγής της πληρωμής των εν λόγω φόρων, καθόσον, κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, οι φόροι αυτοί βεβαιώθηκαν με ειλικρινή δήλωση του φορολογουμένου – κατηγορουμένου και ακολούθησε αδυναμία καταβολής αυτών. Συνεπώς, στις περιπτώσεις αυτές δεν υφίσταται το αδίκημα του άρθρου 66 ΚΦΔ, αφού, για τη στοιχειοθέτησή του, απαιτείται η κατάφαση όλων των όρων του, άρα και του ειδικού σκοπού της οριστικής αποφυγής πληρωμής των εν λόγω φόρων (βλ. και ΑΠ 1011 / 2020). Μετά από αυτά, μη υπάρχοντος άλλου παραδεκτού λόγου αναίρεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 2-4-2021 αίτηση αναίρεσης του Α Α του Ν, κατοίκου ………. Αττικής (οδός …………), για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 78/1-2-2021 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς.

Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Μαρτίου 2022.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 30 Μαΐου 2022.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                 Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

0 replies

Αφήστε το σχόλιο σας

Θα θέλατε να λάβετε μέρος στην συζήτηση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *