Ανακοίνωση Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων: Η ουσιαστική κρίση δικαστών και εισαγγελέων δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο

                          ΕΝΩΣΗ

ΔΙΚΑΣΤΩΝ   &   ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ                                  

        ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΚΤΙΡΙΟ 6 –ΓΡΑΦΕΙΟ 210

ΤΗΛ: 213 2156114 –  FAX 210 88 41 529

e- mail: endikeis@otenet.gr

 

 

Αθήνα,  18/06/2024

Αρ. πρωτ. : 246

 

 

Η ουσιαστική κρίση δικαστών και εισαγγελέων

δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο

Σύμφωνα με το άρθρο 87 παρ.1 του Συντάγματος « Η δικαιοσύνη απονέμεται από δικαστήρια συγκροτούμενα από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησίας», ενώ κατά την παράγραφο 2 «Οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους…». Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 109παρ.4 του ΚΟΔΚΔΛ «Δεν αποτελούν πειθαρχικά παραπτώματα για το δικαστικό λειτουργό: α…,β) η κρίση που ο δικαστικός λειτουργός εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του….γ)…», ενώ και κατά το άρθρο 7 παρ. 1 της Παγκόσμιας Χάρτας του Δικαστή «Εξαιρουμένης της περιπτώσεως δόλου ή βαριάς αμέλειας, οι οποίες διαπιστώνονται με αμετάκλητη απόφαση, δεν μπορεί να κινηθεί πειθαρχική δίωξη εναντίον δικαστή ως συνέπεια ερμηνείας του νόμου, εκτίμησης γεγονότων ή της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων που διενήργησε ο ίδιος για τον σχηματισμό της δικανικής κρίσης». Άλλωστε, όπως κρίθηκε δυνάμει της υπ’ αριθμόν 25/2022 απόφασης του Δικαστικού Συμβουλίου του άρθρου 86 παρ. 4 Σ «..δεν επιτρέπεται πειθαρχικός και ποινικός έλεγχος των δικαστικών λειτουργών για την δικαστική τους κρίση καθεαυτή, δηλαδή για την επιστημονική άποψη που ακολούθησαν όσον αφορά τα νομικά ζητήματα που αντιμετώπισαν και την πεποίθηση την οποία σχημάτισαν από την εκτίμηση των αποδείξεων».

Η ανακρίτρια και ο εισαγγελέας που χειρίστηκαν τη δικογραφία σε βάρος κατηγορουμένου δικηγόρου για την πράξη της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης στο πλαίσιο κύριας ανάκρισης είναι οι μόνοι που έχουν πρόσβαση και γνωρίζουν το αποδεικτικό υλικό και οι μόνοι που μπορούν να κρίνουν τα κατάλληλα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού σε βάρος του κατηγορουμένου. Θυμίζουμε εξάλλου τον νομικό κανόνα πως η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται κατ’ εξαίρεση σε  κατηγορούμενο για κακούργημα, μόνο ως μέσο διασφάλισης της παρουσίας του στο δικαστήριο ή αποτροπής τέλεσης νέων εγκλημάτων, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις, που κατά περίπτωση προβλέπονται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφόσον κρίνεται αιτιολογημένα ότι τα λοιπά μέτρα δικονομικού καταναγκασμού, στα οποία δίνεται προτεραιότητα, δεν επαρκούν (ή ο κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν μπορεί να επιβληθεί) και χωρίς να αρκεί μόνο η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης. Η κρίση των δικαστικών λειτουργών είτε είναι ορθή, είτε λανθασμένη, υπόκειται μόνο στους κανόνες του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και όχι σε πειθαρχικό έλεγχο.

Ανεξαρτήτως των παραπάνω, παρατηρούμε ότι μετά τις τελευταίες τροποποιήσεις των νέων Ποινικών Κωδίκων διεξάγεται στη δημόσια σφαίρα μια προσπάθεια ταύτισης της ορθής απονομής Δικαιοσύνης με την αυστηροποίηση. Τα Μέσα Ενημέρωσης και η κοινή γνώμη που δήθεν αυτά εκφράζουν πλειοδοτούν στην επιβολή δρακόντειων ποινών. Οι θεσμοί των περιοριστικών όρων, της αναστολής της ποινής, η υφ΄ όρον απόλυση φαίνεται να αντιμετωπίζονται ως ακατανόητη επιείκεια παρόλο που απηχούν ισχυρούς θεσμούς του Κράτους Δικαίου, ενώ η προσωρινή κράτηση, η μη χορήγηση ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση και οι μεγάλες ποινές, ως αντίδοτο στην εγκληματικότητα.

Η ανεξαρτησία του δικαστή – ζητούμενο και επιδίωξη μιας δημοκρατικής πολιτείας – καταλύεται όταν εισάγονται στη συνείδηση του υπολογισμοί και κριτήρια τρίτων που συνεπάγονται την αλλοτρίωση της προσωπικής του πεποίθησης με τη γνώμη εκείνων που μπορούν να του ασκήσουν πειθαρχικό έλεγχο. Οι παραπάνω διαπιστώσεις της υπ΄ αριθμόν 25/2022 απόφασης που ήδη μνημονεύτηκε,  δεν αρκεί να μείνουν ως θεωρητική διακήρυξη της δικαστικής ανεξαρτησίας, αλλά θα πρέπει να μετουσιώνονται καθημερινά σε πράξη.

Χριστόφορος Σεβαστίδης, Εφέτης, Πρόεδρος

Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Εφέτης, Α΄ Αντιπρόεδρος

Ακριβή Ερμίδου, Ειρηνοδίκης,  Β΄ Αντιπρόεδρος

Παντελής Μποροδήμος, Πρωτοδίκης, Γενικός Γραμματέας

Χρήστος Φαρσαλιώτης, Πρωτοδίκης, αν. Γενικός Γραμματέας

Μιχαήλ Τσέφας, Πρόεδρος Πρωτοδικών, Υπεύθυνος  Διαχείρισης Οικονομικών

Ζαχαρίας Παλιούρας, Ειρηνοδίκης, αν. Υπεύθυνος  Διαχείρισης Οικονομικών

Ιωάννης Ασπρογέρακας, Πρόεδρος Πρωτοδικών, Εκπρόσωπος Τύπου

 

 

Πηγή: ende.gr

Κλήρωση Εφόρων για τις Ευρωεκλογές της 9-6-2024

Η κλήρωση για τους Εφόρους των εκλογών έγινε την Πέμπτη 23/5/2024 και ώρα 12.00 στο ακροατήριο του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Απόφαση διορισμού

 

Απόφαση κλήρωσης Εφόρων για τις Ευρωεκλογές της 9-6-2024 (λήψη αρχείου σε μορφή pdf)

Αναζήτηση για την κλήρωση μπορεί να γίνει και στον παρακάτω σύνδεσμο: https://app.moj.gov.gr/ekloges/

 

 

Παρατηρήσεις για τη διαβούλευση του νομοσχεδίου για την ενοποίηση

Παρατηρήσεις για τη διαβούλευση του νομοσχεδίου για την ενοποίηση

 

Χριστόφορος Σεβαστίδης , ΔΝ Εφέτης,

Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Εφέτης,

Παντελής Μποροδήμος, Πρωτοδίκης

Μιχάλης Τσέφας, Πρόεδρος Πρωτοδικών

Ιωάννης Ασπρογέρακας, Πρόεδρος Πρωτοδικών

Χρήστος Φαρσαλιώτης, Πρωτοδίκης

Ακριβή Ερμίδου, Ειρηνοδίκης

Ζάχος Παλιούρας, Ειρηνοδίκης,

 

Αθήνα, 8 Απριλίου 2024

 

            Η ώρα της υλοποίησης μιας εξαγγελίας του υπουργείου Δικαιοσύνης, που ήταν γνωστή στους πάντες από το προηγούμενο καλοκαίρι έφτασε. Η καθολική αποτυχία του εσωτερικού μας διαλόγου και η διγλωσσία που επικράτησε στο περιθώριο ενός εξαρχής ψευδεπίγραφου «όχι» στην ενοποίηση, κατακερμάτισε τις δυνάμεις του Σώματος, γέννησε απογοήτευση και καχυποψία που έχει δηλητηριάσει τις σχέσεις μεταξύ των συναδέλφων και παράλληλα απέτρεψε οποιαδήποτε ουσιαστική παρέμβαση του Σώματος στους όρους της ενοποίησης. Μετά από οκτώ μήνες πλήρους αδράνειας του προεδρείου της Ένωσής μας, βρισκόμαστε πια ενώπιον ενός νομοσχεδίου που είναι το τέκνο των πρωτοβουλιών του υπουργείου και της ολοκληρωτικής απουσίας της δικής μας Ένωσης.

            Τα μέλη του προεδρείου της κ. Στενιώτη, που όλο αυτό το διάστημα δε δίσταζαν να υποστηρίζουν κάθε δυνατή θέση, παραλλάσσοντας το αφήγημα ανάλογα με το συνομιλητή τους, ενώ δήλωναν «αρνητές» της ενοποίησης, δεν μπορούν σήμερα να εμπνεύσουν αξιοπιστία σε κανέναν, παρόλο που η διγλωσσία και η επένδυση στην αναστάτωση συνεχίζεται. Οι συνάδελφοι, είτε ειρηνοδίκες, είτε πρωτοδίκες, μπορούν πια να αξιολογήσουν ότι η ειλικρίνεια των προθέσεων, μετριέται στη συνέπεια των πράξεων. Έτσι, όπως από τον περασμένο Αύγουστο ζητήσαμε να ανοίξει ο εσωτερικός μας διάλογος με έκτακτη Γ.Σ. και το προεδρείο αρνήθηκε, όπως από τον Οκτώβριο καταθέσαμε πρόταση για μια «ήπια» ενοποίηση και το προεδρείο κώφευσε, όπως απαιτήσαμε ηλεκτρονική ψηφοφορία τότε που ακόμα είχε νόημα και όχι όταν πια όλα είχαν τελειώσει, έτσι και σήμερα θα προσπαθήσουμε να κάνουμε αυτό που μας αναλογεί. Χωρίς να καλλιεργήσουμε όψιμες προσδοκίες, που θα ακούγονταν ευχάριστες, αλλά δεν θα ήταν υλοποιήσιμες και σεβόμενοι έμπρακτα την ουσιώδη αναστάτωση εκατοντάδων συναδέλφων, των οποίων η υπηρεσιακή ζωή αλλάζει ραγδαία, θα επιδιώξουμε με θέσεις, εκείνες τις αναγκαίες και άμεσα εφαρμόσιμες παρεμβάσεις, που θα αποσαφηνίσουν το σχεδιαζόμενο τοπίο και θα μειώνουν τις αρνητικές συνέπειες μιας φαραωνικής μεταρρύθμισης. Το επόμενο διάστημα, αντίστοιχες παρεμβάσεις αναμένεται να γίνουν τόσο στον ΚΠολΔ όσο και στον ΚΟΔΚΔΛ. Η Ένωση, αλλάζοντας πλέον πορεία, θα πρέπει να έχει δυναμική και ουσιαστική παρέμβαση σε κάθε στάδιο υλοποίησης της ενοποίησης.

Ειδικότερα:

  • Ένταξη στη γενική επετηρίδα (άρθρο 8 παρ. 2): Η πρόβλεψη για εισαγωγή των νυν ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα κάθε τριετία είναι προβληματική, όπως επίσης και ο καθορισμός συγκεκριμένου ποσοστού εισαγωγής τους (εδάφ. β΄). Πιο δίκαιη και πιο συμβατή με τον πεπερασμένο χαρακτήρα της ειδικής επετηρίδας είναι η επιλογή της ένταξης στην γενική επετηρίδα ετησίως, με μη προσδιοριζόμενο ανώτατο ποσοστό εισερχομένων, μετά από αίτησή τους και κρίση του ΑΔΣ. Εφόσον το Υπουργείο αναθέτει πλήρη καθήκοντα στους δικαστές της ειδικής επετηρίδας δεν υπάρχει κανένας λόγος να τους στερεί την δυνατότητα άμεσης εισόδου στη γενική επετηρίδα. Η προϋπόθεση της ύπαρξης δύο τουλάχιστον εκθέσεων επιθεώρησης για την εισαγωγή στην γενική επετηρίδα, θα πρέπει να μειωθεί σε μία, καθώς με τον τρόπο αυτό η δεύτερη προϋπόθεση θα κινηθεί χρονικά παράλληλα με την προϋπόθεση της ολοκλήρωσης του προγράμματος επιμόρφωσης, επιταχύνοντας την αξιοποίηση των αιτούντων εισαγωγή στην γενική επετηρίδα. Ως προς τη σειρά ένταξης στη γενική επετηρίδα, πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η κατάταξη από την ειδική στη γενική επετηρίδα μετά τον τελευταίο πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας (εδαφ. δ΄), έχει το νόημα ότι θα τίθεται μετά τον πρωτοδίκη, που είναι τελευταίος στη γενική επετηρίδα αποκλειστικά κατά τον χρόνο της κατάταξης, ώστε από το χρονικό σημείο αυτό και έπειτα να αποκρυσταλλώνεται η θέση του στην γενική επετηρίδα και να προηγείται από κάθε επόμενο (είτε μετατασσόμενο σε επόμενη χρονιά ειρηνοδίκη, είτε πάρεδρο πρωτοδικείου). Ως προς την ένταξη των Δόκιμων Ειρηνοδικών Δ΄ και των εκπαιδευόμενων της ΕΣΔΙ που ολοκλήρωσαν το πρώτο στάδιο της κατάρτισης (εδαφ. ε΄), το ορθό θα είναι να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα ταυτόχρονα με τους πρώτους αιτούντες εκ της ειδικής επετηρίδας, οι οποίοι θα πρέπει και να προηγηθούν σε αρχαιότητα ως εν ενεργεία δικαστικοί λειτουργοί. Ακόμη, θα πρέπει να προσδιορισθεί και η σειρά κατάταξης στη γενική επετηρίδα μεταξύ Δόκιμων ειρηνοδικών Δ΄, εκπαιδευόμενων της ΕΣΔΙ της νυν κατεύθυνσης ειρηνοδικών και εκπαιδευόμενων της ΕΣΔΙ της κατεύθυνσης πρωτοδικών. Τέλος, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν οι πρακτικές συνέπειες της αντιστοίχισης μεταξύ πρωτοδικών της ειδικής και της γενικής επετηρίδας (άρθρο 8παρ.1). Νομοτεχνικά καταλληλότερη κρίνεται η μετακίνηση της παραγράφου 1 του άρθρου 8, στο άρθρο 10 που αφορά στη μισθολογική αντιστοίχιση.

  • Καθήκοντα νυν ειρηνοδικών: Στο νομοσχέδιο ορίζεται ότι μέχρι την ολοκλήρωση της επιμόρφωσης, οι άλλοτε ειρηνοδίκες, εξακολουθούν να εκτελούν τα ίδια καθήκοντα που έχουν σήμερα, όμως ανεξαρτήτως ποσού (άρθρο 7 παρ. 2). Δεν αποσαφηνίζεται αν η διάταξη αφορά τα καθήκοντα που σχετίζονται με τις πολιτικές υποθέσεις ή περιλαμβάνονται και τα προανακριτικά καθήκοντα, εκεί που σήμερα δεν υφίστανται ειδικά πταισματοδικεία. Ακόμη ορίζεται ότι «στις πολυμελείς συνθέσεις μεταξύ πρωτοδίκη και υπηρετούντος, μέχρι τη έναρξη ισχύος του παρόντος, ειρηνοδίκη, αρχαιότερος θεωρείται ο πρωτοδίκης της γενικής επετηρίδας». Ωστόσο, δεν διευκρινίζεται αν το προβάδισμα αυτό αφορά και όλα τα άλλα καθήκοντα και τις λοιπές υπηρεσιακές σχέσεις, π.χ. προτίμηση τμήματος, προτίμηση τμήματος διακοπών, συμμετοχή σε διοικήσεις πρωτοδικείων, κ.λ.π
  • Το ΣχΝ πρέπει να διευκρινίσει ακριβώς την υπηρεσιακή κατάσταση των δικαστών του πρώτου βαθμού, ενώ τα πιο πάνω ζητήματα, που αποτελούν αντικείμενο προσαρμογής του ΚΟΔΚΔΛ στην ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να αντιμετωπιστούν με δίκαιο τρόπο και αφού ληφθούν υπόψη τα ιδιαίτερα-διακριτά ως ένα βαθμό καθήκοντα των πρωτοδικών της ειδικής και γενικής επετηρίδας και οι ανάγκες των πρωτοδικείων. Περαιτέρω, ορίζεται ότι στη συνέχεια οι άλλοτε ειρηνοδίκες θα δικάζουν όλες τις αστικές υποθέσεις, ποινικές, αρμοδιότητας μονομελούς και θα μετέχουν ως μέλη σε τριμελείς συνθέσεις «μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των προγραμμάτων επιμόρφωσης». Η λέξη «επιτυχή» δέον να απαλειφθεί, καθώς δημιουργεί ερωτηματικά για το ποιο είναι το περιεχόμενο και οι συνέπειες της «μη επιτυχούς» ολοκλήρωσης των προγραμμάτων καθώς και ποιες είναι οι προϋποθέσεις της επιτυχούς ολοκλήρωσης.

  • Μεταθέσεις-Αμετάθετο των πρωτοδικών ειδικής επετηρίδας: Ρυθμίζεται ρητά η δυνατότητα των άλλοτε ειρηνοδικών να μη μετατίθενται χωρίς αίτησή τους, πλην των περιπτώσεων της υποχρεωτικής μετάθεσης του άρθρου 60 παρ. 4 ΚΟΔΚΔΛ (άρθρο 9). Δέον να αποσαφηνισθεί ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση αφορά τους άλλοτε ειρηνοδίκες που εντάσσονται στην ειδική επετηρίδα και όχι στη γενική, καθώς η ύπαρξη θεσμού αμετάθετου είναι ασύμβατη με το σύστημα προαγωγών της γενικής επετηρίδας.
  • Περαιτέρω, δεν ορίζεται αν η κινητικότητα των μεταθέσεων αφορά κάθε επετηρίδα χωριστά, ώστε να προσδιορίζονται και ξεχωριστές θέσεις σε κάθε Δικαστήριο για κάθε επετηρίδα ή ενιαία οπότε πρέπει να προσδιοριστεί η αρχαιότητα μεταξύ των δικαστών την κάθε επετηρίδας. Σε σχέση με το ζήτημα αυτό πρέπει να παρατηρηθούν τα ακόλουθα: το άρθρο 6 ΣχΝ καθορίζει ενιαία τις οργανικές θέσεις των πρωτοδικών, χωρίς διάκριση γενικής και ειδικής επετηρίδας. Αυτό θα οδηγήσει ουσιαστικά στο αμετάθετο των πρωτοδικών της ειδικής επετηρίδας, αφού σε περίπτωση οργανικού κενού στην (ενιαία) επετηρίδα των πρωτοδικών, αυτή θα καλυφθεί από τους πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας, οι οποίοι κατ’ άρθρο 7 παρ. 4 ΣχΝ θεωρούνται αρχαιότεροι. Η εξέλιξη αυτή είναι άδικη, καθώς δεν λαμβάνει ιδιαίτερες περιπτώσεις, στις οποίες οι πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας έχουν σοβαρό λόγο μετάθεσης, ενώ δεν γίνεται σεβαστή η μέχρι σήμερα υφιστάμενη υπηρεσιακή τους κατάσταση. Προς αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού και με γνώμονα τον απόλυτο σεβασμό της αρχαιότητας μεταξύ των δικαστών του πρώτου βαθμού και της μέχρι σήμερα χωριστής επετηρίδας των ειρηνοδικών προτείνονται τα ακόλουθα: μετά την για οποιονδήποτε λόγο αποχώρηση από την υπηρεσία πρωτοδίκη της ειδικής επετηρίδας, η κενή οργανική θέση που δημιουργείται καλύπτεται κατά προτεραιότητα από πρωτοδίκη της αυτής (ειδικής) επετηρίδας, εφόσον υπάρχει σχετική αίτηση μετάθεσης. Αν δεν υποβληθεί τέτοιο αίτημα μετάθεσης, τότε η οργανική αυτή θέση καλύπτεται από πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας.

  • Χρόνος διάρκειας ειδικής επετηρίδας: Σύμφωνα με την Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης του νομοσχεδίου: «Επισημαίνεται ότι πρόκειται όχι μόνο για ειδική αλλά και προσωρινή επετηρίδα, καθώς θα περιλαμβάνει μόνο θέσεις των υπηρετούντων σήμερα ειρηνοδικών, οι οποίες θα καταργούνται αυτοδικαίως ως θέσεις ειρηνοδικών με την αφυπηρέτηση ή τυχόν μετάταξή τους». Ο παραπάνω προσδιορισμός της ειδικής επετηρίδας ως πεπερασμένης, με ορίζοντα την αφυπηρέτηση και του τελευταίου νυν ειρηνοδίκη ή τη μετάταξή του στη γενική επετηρίδα, θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ειδικής ρύθμισης, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι θα διατηρηθεί η μη υποχρεωτικότητα στην εισαγωγή στη γενική επετηρίδα, ώστε οι συνάδελφοι να κάνουν την επιλογή και τον προσωπικό τους προγραμματισμό, έχοντας ως δεδομένη την πολυετή συνύπαρξη των δύο επετηρίδων. Τέλος, πρέπει να ορισθεί ειδικά η τύχη των οργανικών θέσεων των αφυπηρετούντων από την ειδική επετηρίδα νυν ειρηνοδικών, οι οποίες θα πρέπει να μεταβαίνουν στη γενική επετηρίδα.

  • Μισθολογική κατάσταση νυν ειρηνοδικών: για την μισθολογική κατάσταση των άλλοτε ειρηνοδικών αναφέρεται ότι «λαμβάνουν όλες τις αποδοχές των δικαστικών λειτουργών με τους οποίους αντιστοιχούν κατά το άρθρο 8, συμπεριλαμβανομένων των μισθολογικών προαγωγών και κατ’ αναλογία των ετών πραγματικής δικαστικής υπηρεσίας, διατηρώντας τις υφιστάμενες αποδοχές τους όπου αυτές είναι υψηλότερες» (άρθρο 10). Η πρόβλεψη αυτή είναι σωστή, αλλά πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω προς τον σκοπό αποσαφήνισης πότε οι ειρηνοδίκες θα θεωρούνται ότι ανεβαίνουν μισθολογικό κλιμάκιο και λαμβάνουν αυξημένες αποδοχές εξομοιούμενοι με δικαστή ανώτερου βαθμού. Από τον συνδυασμό του άρθρου 8 παρ. 1 με το άρθρο 10, που αναφέρεται στην μισθολογική κατάσταση όλων των πρώην ειρηνοδικών, προκύπτουν ασάφειες ως προς την τελική μισθολογική κατάσταση των ανωτέρω με συνέπεια να μην είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένο ότι δεν θα διαταραχθεί το υφιστάμενο μισθολογικό καθεστώς των ειρηνοδικών. Συνεπώς, θα πρέπει να διευκρινιστεί το πώς θα αντιμετωπισθεί Α) ο ειρηνοδίκης Γ που κατά την ισχύ του νόμου θα έχει υπηρεσία από 7 έως 8 έτη, Β) ο ειρηνοδίκης Β που κατά την ισχύ του νόμου θα έχει άνω των 12 ετών υπηρεσία και Γ) ο ειρηνοδίκης Α που θα έχει άνω των 24 ετών υπηρεσία

  • Έξοδα μετακίνησης: Η ενοποίηση των οργανικών θέσεων και η μεταφορά τους στα κεντρικά πρωτοδικεία, με την ταυτόχρονη λειτουργία παράλληλων εδρών και περιφερειακών εδρών, θα δημιουργήσει υποχρεώσεις μετάβασης των δικαστικών λειτουργών εκτός της υπηρεσιακής τους έδρας. Ως εκ τούτου τα έξοδα μετάβασης, που ειδικά στις περιπτώσεις που οι περιφερειακές έδρες βρίσκονται σε απομακρυσμένες ή νησιωτικές περιοχές είναι υψηλά, θα πρέπει να καταβάλλονται από το δημόσιο. Συνεπώς, θα πρέπει να προστεθεί πρόβλεψη αντίστοιχη με αυτή του άρθρου 11 για τους δικαστικούς υπαλλήλους με το εξής περιεχόμενο: «Όπου απαιτείται μετακίνηση δικαστικού λειτουργού για κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών από την κεντρική έδρα του πρωτοδικείου από ή προς παράλληλη ή περιφερειακή έδρα της ίδιας πρωτοδικειακής περιφέρειας, η δαπάνη μετακίνησης καταβάλλεται από το δημόσιο».

  • Επιμόρφωση νυν ειρηνοδικών: Πρέπει να καθορισθεί στο νόμο και όχι με υπουργική απόφαση τόσο το είδος όσο και ο ακριβής χρόνος έναρξης και η διάρκεια της επιμόρφωσης, προκειμένου να καταστεί προβλέψιμος και ο χρόνος έναρξης της πλήρους ανάληψης καθηκόντων των πρωτοδικών της ειδικής επετηρίδας. Περαιτέρω, ορίζεται ότι η επιμόρφωση των άλλοτε ειρηνοδικών ανατίθεται σε «δικαστικές υπηρεσίες» (άρθρο 13). Επομένως, φαίνεται εσφαλμένα να τίθεται εκτός του επιμορφωτικού αυτού έργου η ΕΣΔΙ. Όμως η επιμόρφωση πρέπει να γίνεται οργανωμένα με βάση πρόγραμμα ενιαίο και υπό την γενική εποπτεία της ΕΣΔΙ. Για λόγους λειτουργικούς και πρακτικούς (έλλειψη αιθουσών στην ΕΣΔΙ) θα μπορούσε ενδεχόμενα η επιμόρφωση να γίνεται σε επιμέρους κεντρικά πρωτοδικεία, με βάση όμως πρόγραμμα της ΕΣΔΙ και με επιλογή των διδασκόντων από την ΕΣΔΙ.

  • Προανάκριση: Κατά το νομοσχέδιο για χρονικό διάστημα 3 ετών η προανάκριση και προκαταρκτική εξέταση διενεργείται από τους ήδη υπηρετούντες πταισματοδίκες (άρθρο 14 παρ. 2). Δεν διευκρινίζεται, όμως, τι γίνεται στα ειρηνοδικεία, όπου δεν λειτουργούν ειδικά πταισματοδικεία, ποια η τοπική αρμοδιότητα των ειδικών πταισματοδικείων (σε όλη την περιφέρεια του κεντρικού πρωτοδικείου) και αν η αρμοδιότητα αυτή είναι αποκλειστική. Επίσης, δεν προκύπτει πώς η διάταξη αυτή λειτουργεί παράλληλα με την διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 εδ. β΄ που προβλέπει προανακριτικά τμήματα στα κεντρικά και παράλληλα πρωτοδικεία και πώς θα στελεχώνονται αυτά. Σημειώνεται εδώ μόνο ότι υπό το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς η προκαταρκτική εξέταση και η προανάκριση διενεργείται μόνο από ανακριτικούς υπαλλήλους, ιδιότητα που δεν έχουν οι πρωτοδίκες και συνεπώς πρέπει να αποσαφηνιστεί αν την ιδιότητα αυτή θα έχουν πλέον οι πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας, διότι διαφορετικά δεν θα είναι πρακτικά εφαρμόσιμη η διάταξη που αναθέτει στα πρωτοδικεία προανακριτικό έργο.

  • Περιφερειακές έδρες: Θα πρέπει να ορισθεί ότι η αρμοδιότητά τους είναι αποκλειστική με τη έννοια ότι αποκλείει την αρμοδιότητα του κεντρικού πρωτοδικείου, διότι διαφορετικά θα προκαλούνται αδικαιολόγητες ακυρότητες και καθυστερήσεις.
  • Ιδιαίτερα προβληματική είναι η πρόβλεψη για πρώτη φορά μεταφοράς αρμοδιότητας επί ποινικών υποθέσεων (αρμοδιότητας μονομελούς πλημμελειοδικείου) στις περιφερειακές έδρες. Με τη διάταξη αυτή δεν αντιμετωπίζονται πρακτικά προβλήματα από την ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, αλλά καθιερώνεται ειδική υλική αρμοδιότητα των περιφερειακών εδρών. Η επιλογή αυτή θα έχει τις ακόλουθες δυσμενείς συνέπειες: α) θα οδηγήσει στην (προβλεπόμενη στο άρθρο 14 παρ. 4 ΣχΝ) απόσυρση ποινικών υποθέσεων και στον εκ νέου προσδιορισμό τους, που συνδέεται με αυτονόητη καθυστέρηση στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και κίνδυνο παραγραφής των εγκλημάτων, β) ενόψει του ότι τα κριτήρια προσδιορισμού του τοπικά αρμόδιου δικαστηρίου προβλέπονται στο άρθρο 122 ΚΠΔ παράλληλα, καθιερώνοντας συντρέχουσα αρμοδιότητα, στις εκκρεμείς υποθέσεις δεν θα είναι πάντοτε δυνατόν να προσδιοριστεί το τοπικά αρμόδιο δικαστήριο με βάση τις νέες διατάξεις για την ίδρυση περιφερειακών εδρών, γ) συνεπάγεται αδικαιολόγητη ταλαιπωρία για το σύνολο των δικαστών, εισαγγελέων και γραμματέων που θα μεταβαίνουν σε όλες τις περιφερειακές έδρες, ενώ ταυτόχρονα θα επιβαρύνεται το Δημόσιο με πρόσθετες δαπάνες αποζημίωσής τους για τις υπηρεσιακές αυτές μετακινήσεις. Τονίζεται ότι σε κάθε περιφερειακή έδρα θα πρέπει να μετακινείται και ένας δικαστικός γραμματέας για την εκκαθάριση των ποινών και την άσκηση των ενδίκων μέσων, επιβαρύνοντας την λειτουργία των πρωτοδικείων αό την διαπιστωμένη υποστελέχωση της γραμματείας, ενώ με την λειτουργία των ποινικών εδρών μόνο στην κεντρική έδρα του πρωτοδικείου οι ανάγκες αυτές θα καλύπτονται από έναν μόνο γραμματέα, δ) η μετά τον Ν. 5090/2024 υπαγωγή των πλημμελημάτων κατά κανόνα στο μονομελές πλημμελειοδικείο θα συνεπάγεται την ανάγκη σχεδόν καθημερινής λειτουργίας ποινικών ακροατηρίων στις περιφερειακές έδρες και σε ορισμένες περιπτώσεις αδυναμίας εξεύρεσης κατάλληλων αιθουσών, ενώ σε κάθε περίπτωση θα είναι αναγκαία η προσαρμογή των κανονισμών εσωτερικής λειτουργίας των πρωτοδικείων, ώστε να γίνει η κατάλληλη κατανομή των ποινικών υποθέσεων, χωρίς ωστόσο να είναι γνωστός ο αριθμός των υποθέσεων που πρόκειται να εισαχθούν σε καθεμία από τις περιφερειακές έδρες. Έτσι, κρίνεται επιβεβλημένη η διατήρηση του υφιστάμενου καθεστώτος, δηλ. να οριστεί ότι στις περιφερειακές έδρες εξακολουθούν να υπάγονται μόνο πολιτικές υποθέσεις που υπάγονταν μέχρι σήμερα στην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων, χωρίς αρμοδιότητα επί ποινικών υποθέσεων. Σε κάθε περίπτωση, αν δεν γίνει δεκτή η πρόταση αυτή, πρέπει να διευκρινιστεί αν η αρμοδιότητα των περιφερειακών εδρών είναι αποκλειστική, με την έννοια ότι αποκλείει την αρμοδιότητα του κεντρικού πρωτοδικείου, διότι διαφορετικά θα προκαλούνται αδικαιολόγητες ακυρότητες και καθυστερήσεις.

  • Ποινικό Τμήμα Πρωτοδικείου Αθηνών και Πειραιώς (άρθρο 6 εδ. ε΄): Δεν γίνεται καμία εξειδίκευση για τον τρόπο λειτουργίας του τμήματος αυτού, π.χ. από ποιους και με ποια διαδικασία θα συγκροτείται, ποιος ο αριθμός των δικαστών που θα υπηρετούν, αν η απασχόληση θα είναι αποκλειστική, για πόσο χρόνο θα διορίζεται ο δικαστής στο τμήμα και αν θα μπορεί να ανανεωθεί η θητεία του, κ.λ.π. Επίσης, πρέπει να αποσαφηνιστεί πώς η ίδρυση του Ποινικού Τμήματος συνάδει με την γενική πρόβλεψη ανάθεσης ποινικής ύλης στα περιφερειακά πρωτοδικεία της Αττικής.

  • Έναρξη ισχύος (άρθρο 46): Η διάταξη του άρθρου 46 για την έναρξη ισχύος περιλαμβάνει ασάφεια ως προς την Περιφέρεια Αττικής, ορίζοντας ότι ειδικά για την Περιφέρεια Αττικής η ισχύς του μέρους Α΄, που αφορά την ενοποίηση, εκκινεί από την 1.1.2026. Η επιφύλαξη υπέρ των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ είναι (τουλάχιστον εν μέρει) προφανώς εσφαλμένη, καθώς η περίπτωση δ΄ αφορά στην έναρξη ισχύος διατάξεων που εντάσσονται στο Β΄ Μέρος του νομοσχεδίου. Όμως η διάταξη φαίνεται να βρίσκεται σε αντίφαση με την μεταβατική του 14 παρ. 1 που ορίζει ότι η ισχύουσα αρμοδιότητα αφορά μόνο τις περιφερειακές έδρες της Αττικής (Μαρούσι, Κορωπί, Περιστέρι, Καλλιθέα και Μέγαρα). Δέον λοιπόν να διευκρινιστεί αν αναστέλλεται συνολικά η εφαρμογή του μέρους Α΄ ως προς την Αττική, με αποτέλεσμα να συνεχίζουν να υφίστανται τα υφιστάμενα σήμερα Ειρηνοδικεία και όχι οι ως άνω περιφερειακές έδρες των κεντρικών Πρωτοδικείων έως τις 31.12.2025, ή εάν το μέρος Α΄ εφαρμόζεται και απλώς διαφοροποιείται η αρμοδιότητα των περιφερειακών εδρών των Πρωτοδικείων Αθηνών και Πειραιώς για το διάστημα αυτό, ώστε αυτές να έχουν καθ’ ύλη αρμοδιότητα μόνο για τις υποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 14 παρ. 1. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά ότι δεν υφίσταται αναστολή των κεφαλαίων Δ και Ε του Α΄ Μέρους.

  • Πρόβλεψη εθελούσιας εξόδου: η μεταρρύθμιση που επέρχεται με το νέο δικαστικό χάρτη και των ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, δημιουργεί δεδομένα υπηρεσιακής επιβάρυνσης μη προβλέψιμης και μη διαχειρίσιμης για όλους. Ως εκ τούτου, εφόσον υφίστανται λόγοι υγείας, αλλά και για έναν αριθμό συναδέλφων που προσεγγίζουν την αφυπηρέτηση, σκόπιμη θα ήταν η πρόβλεψη ενός προγράμματος εθελούσιας εξόδου από την υπηρεσία, η εφαρμογή του οποίου θα ωφελήσει και θα επιταχύνει το σύστημα απονομής Δικαιοσύνης μέσω της ανανέωσης του ανθρώπινου δυναμικού και της έγκαιρης αποχώρησης με όρους αξιοπρέπειας.

 

  • Αύξηση οργανικών θέσεων: Με την έναρξη της υλοποίησης της ενοποίησης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας από την επόμενη δικαστική χρονιά, προβλέπεται ότι θα εκτοξευθεί πολύ άμεσα ο αριθμός των αστικών υποθέσεων που θα εκδικάζονται κατ’ έφεση από τα πολιτικά εφετεία. Ως εκ τούτου, θα πρέπει άμεσα να υλοποιηθεί μια πολύ σημαντική αύξηση των οργανικών θέσεων των εφετών, καθώς σε αντίθετη περίπτωση ο τεράστιος όγκος ύλης που θα έρθει από τον ενοποιημένο πρώτο βαθμό προς το εφετείο, δεν θα είναι διαχειρίσιμος από τον υπάρχοντα αριθμό εφετών και θα προκληθεί υπερχρέωση και καθυστερήσεις. Παράλληλα, μετά τον διπλασιασμό των πρωτοδικών, με την ένταξη των μέχρι σήμερα ειρηνοδικών σε ειδική επετηρίδα πρωτοδικών και προκειμένου να διατηρηθεί η αναλογία μεταξύ Προέδρων Πρωτοδικών και Πρωτοδικών και να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία τόσο των πολιτικών όσο και των ποινικών δικαστηρίων επιβάλλεται η ανάλογη αύξηση των οργανικών θέσεων των προέδρων πρωτοδικών.

Γνωμοδότηση Καθηγήτριας Τ.Παπαδοπούλου για την ενοποίηση του Α΄ Βαθμού δικαιοδοσίας στην πολιτική δικαιοσύνη

Δημοσιεύεται γνωμοδότηση της Καθηγήτριας Τ.Παπαδοπούλου για την ενοποίηση του Α΄Βαθμού δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων.

Λήψη γνωμοδότησης σε μορφή pdf

 

 

 

Γνωμοδότηση Καθηγητή Ν. Αλιβιζάτου για την ενοποίηση του Α΄ Βαθμού δικαιοδοσίας στην πολιτική δικαιοσύνη

         Δημοσιεύεται γνωμοδότηση του Καθηγητή Ν. Αλιβιζάτου για την ενοποίηση του Α΄Βαθμού δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων.

 

Λήψη γνωμοδότησης σε μορφή pdf

 

Δελτίο τύπου ΟΔΥΕ: Κινητοποιήσεις από 21 έως 28 Φεβρουαρίου 2024.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

20-2-2024

 

Το Δ.Σ. της Ο.Δ.Υ.Ε., υλοποιώντας τις αποφάσεις του πρόσφατου συνεδρίου, ενόψει του Νομοσχεδίου για την αναμόρφωση του Δικαστικού Χάρτη της Χώρας, αποφάσισε ένα σύνολο κινητοποιήσεων με έναρξη την 21η Φεβρουαρίου 2024 και κορύφωση την 24ωρη πανελλαδική απεργία της ΑΔΕΔΥ την 28η Φεβρουαρίου 2024

 

Λήξη του Δελτίου Τύπου

Ανακοίνωση Αρείου Πάγου για αιτήσεις μετάθεσης ή τοποθέτησης

Λήψη ανακοίνωσης

Πλαίσιο αδειών για τις αποχές των δικηγόρων από 13 έως 24 Νοεμβρίου 2023

Η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, κατά την έκτακτη συνεδρίασή της στις 12.11.2023, σε υλοποίηση της από 11.11.2023 απόφασης της Ολομέλειας, προτείνει προς τα Διοικητικά Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, το ακόλουθο πλαίσιο αποχής:

Άδειες θα χορηγούνται αποκλειστικά και μόνο:
– Σε περιπτώσεις παραγραφών και αποσβεστικών προθεσμιών, συμπεριλαμβανομένων των δικονομικών, σε αστικές, ποινικές και διοικητικές υποθέσεις. Στις ποινικές υποθέσεις, στα πλημμελήματα συμπληρωμένα έξι έτη στον α’ βαθμό, επτά έτη στον β’ βαθμό και συμπληρωμένα δεκαπέντε έτη
στα κακουργήματα.
– Σε ποινικές δίκες β’ βαθμού με κρατούμενο, συνεπεία πρωτοβάθμιας καταδικαστικής απόφασης.
– Σε περιπτώσεις προσωρινά κρατουμένων, εν’ όψει της συμπλήρωσης προσωρινής κράτησης. Συμπληρωμένοι δέκα μήνες σε περίπτωση δωδεκαμήνου και δεκαπέντε μήνες σε περίπτωση δεκαοκταμήνου.
– Σε Αναστολές και Ανακοπές κατά πλειστηριασμών
-Σε Αντιρρήσεις, ενώπιον Διοικητικών Δικαστηρίων, μόνο όταν επίκειται άμεση απέλαση αλλοδαπού.
– Σε εκδίκαση προσωρινών διαταγών κατεπειγουσών περιπτώσεων.
– Σε ένορκες βεβαιώσεις, μόνο εφόσον υπάρχει κίνδυνος παρόδου προθεσμίας.

Ρητά διευκρινίζεται ότι κατά την διάρκεια της καθολικής αποχής:
– Δεν θα γίνονται καταθέσεις δικογράφων ενδίκων μέσων και βοηθημάτων.
– Δεν θα χορηγούνται άδειες: α) Για ασφαλιστικά μέτρα και β) Για αυτόφωρα και συνοδείες.
– Δεν θα διενεργούνται εργασίες σε κτηματολογικά γραφεία και υποθηκοφυλακεία και έλεγχοι τίτλων.

– Δεν θα διενεργούνται επιδόσεις δικογράφων και αποφάσεων και κατασχέσεις εις χείρας τρίτου.
– Άδεια δεν απαιτείται: α) Για την κατάθεση προτάσεων και προσθήκης αντίκρουσης στην τακτική διαδικασία, β) Για την κατάθεση προτάσεων και συζήτηση μικροδιαφορών και γ) Για την κατάθεση προσθήκης/ αντίκρουσης, σημειώματος, υπομνήματος κλπ σε υποθέσεις που έχουν συζητηθεί και η προθεσμία λήγει κατά τη διάρκεια της αποχής.
– Ως προς τις Επιτροπές Δασικών Χαρτών κιλπ, δεν θα παραλαμβάνονται φάκελοι, δεν θα δικάζονται αντιρρήσεις και δεν θα εκδίδονται αποφάσεις. Εφόσον, κατά τη διάρκεια ενός μήνα υπολείπονται
συνεδριάσεις για τη συμπλήρωση των ελαχίστων προβλεπόμενων, αυτές δεν θα πραγματοποιηθούν, λόγω της αποχής και θα επαναληφθεί η συζήτησή τους μετά το πέρας της αποχής.

Ως προς τις Αναβολές:
Για την διευκόλυνση των συναδέλφων επιτρέπεται η παράσταση ενώπιον των δικαστηρίων για την υποβολή αιτήματος αναβολής, με την υποχρέωση – στην περίπτωση μη παράστασης της πλευράς του αντιδίκου –
να προβαίνουν αμελλητί και με κάθε πρόσφορο μέσο στην ενημέρωση του απόντος συναδέλφου για την ημερομηνία της νέας δικασίμου.
Όπου υπάρχει συνεδρίαση ποινικού δικαστηρίου από διακοπή, θα ζητείται νέα διακοπή προς συζήτηση της υπόθεσης.

Ως προς την αποχή από δίκες συμφερόντων του Δημοσίου (Δημόσιο, ΝΠΔΔ, δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005. Η αποχή δεν αφορά ΟΤΑ Α΄και Β΄βαθμού
καθώς και Δημοτικές Επιχειρήσεις) .
Ειδικότερα απέχουμε από:
– Διοικητικές δίκες: φορολογικές, τελωνειακές, κοινωνικοασφαλιστικές και όσες έχουν αντικείμενο διοικητικά πρόστιμα ή άλλου τύπου κυρώσεις ή καταλογισμούς, στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, εφόσον υπάρχει ολικώς ή μερικώς αυτοδίκαιο ανασταλτικό αποτέλεσμα ή έχει ληφθεί προσωρινή δικαστική προστασία (είτε δυνάμει προσωρινής διαταγής, είτε δυνάμει απόφασης επί αναστολής). Στον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας και στο στάδιο της αναίρεσης, αποχή από δίκες όπου ο δημόσιος φορέας (Δημόσιο, ΝΠΔΔ, Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή κ.λπ.) έχει ασκήσει το ένδικο μέσο (εκτός αν η άσκηση του ενδίκου μέσου κωλυσιεργεί την εκπλήρωση δικαιώματος του ιδιώτη).
– Πολιτικές δίκες: Όπου το αίτημα δικαστικής προστασίας (Αγωγή, έφεση, αναίρεση, ανακοπή) ασκήθηκε από το Δημόσιο υπό την ανωτέρω έννοια και εφόσον η αναβολή της έφεσης ή αναίρεσης δεν συνεπάγεται
καθυστέρηση της ικανοποίησης δικαιώματος του ιδιώτη.
– Την εκδίκαση του κυρίου ενδίκου βοηθήματος ή μέσου στις υποθέσεις του ΚΕΔΕ, εφόσον υπάρχει προσωρινή δικαστική προστασία (έχει ληφθεί προσωρινή διαταγή ή απόφασης αναστολής), καθώς επίσης σε όλες τις δίκες του ΚΕΔΕ, όπου ο δημόσιος φορέας (Δημόσιο, ΝΠΔΔ, Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή κ.λπ.) είναι ανακόπτων (στον πρώτο βαθμό), ή στον δεύτερο βαθμό και στο στάδιο της αναίρεσης όταν ο δημόσιος φορέας έχει ασκήσει ένδικο μέσο και εφόσον η αναβολή της έφεσης ή αναίρεσης δεν συνεπάγεται καθυστέρηση της ικανοποίησης δικαιώματος του ιδιώτη).
– Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις (διοικητικές και πολιτικές), εφόσον κριθεί ότι η αναβολή προκαλεί βλάβη στον αντίδικο του Δημοσίου, τότε είναι επιτρεπτή η συζήτηση της υπόθεσης. Στην περίπτωση αυτή, ο πληρεξούσιος δικηγόρος θα ειδοποιεί προσηκόντως τον πληρεξούσιο του Δημοσίου κλπ
– Ποινικές δίκες: φορολογικές, τελωνειακές και κοινωνικοασφαλιστικές (μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών) και από τις δίκες που το Ελληνικό Δημόσιο έχει καταθέσει έγκληση ή μήνυση ή παρίσταται προς υποστήριξη κατηγορίας. Η αποχή ισχύει και στις περιπτώσεις συρροής με άλλα ποινικά αδικήματα.
– Την εκδίκαση του κυρίου ενδίκου βοηθήματος ή μέσου στον πρώτο βαθμό στις υποθέσεις αναγκαστικής εκτέλεσης εκ μέρους των ως άνω φορέων, εφόσον υπάρχει προσωρινή δικαστική προστασία (προσωρινή
διαταγή ή αναστολή) ή στον δεύτερο βαθμό και στο στάδιο της αναίρεσης όταν οι ως άνω φορείς έχουν ασκήσει ένδικο μέσο.
– τις Δίκες των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) και του ΕΟΠΠΥ, στον πρώτο βαθμό, όπου ο ΦΚΑ ή ο ΕΟΠΠΥ είναι ενάγων ή αιτών ή προσφεύγων ή ανακόπτων. Στον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας και στο στάδιο της αναίρεσης, αποχή από δίκες όπου ο ΦΚΑ ή ο ΕΟΠΠΥ έχει ασκήσει το ένδικο μέσο. Κατ’ εξαίρεση των παραπάνω, η αποχή δεν εκτείνεται σε όλες τις περιπτώσεις που ο ΦΚΑ ή ο ΕΟΠΠΥ έχει επιτύχει υπέρ αυτού προσωρινή δικαστική προστασία ή υπάρχει υπέρ αυτού αυτοδίκαιο ανασταλτικό αποτέλεσμα (οπότε το ένδικο βοήθημα ή μέσο εκδικάζεται κανονικά).
-Ειδικώς ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, από όλες τις διαδικασίες όπου ο ΦΚΑ ή ο ΕΟΠΠΥ έχει ασκήσει το ένδικο βοήθημα ή μέσο.
– Κατά τη διάρκεια της αποχής δεν θα γίνεται κατάθεση από δικηγόρους ενδίκων μέσων και βοηθημάτων εκ μέρους του Δημοσίου και των λοιπών φορέων , ως προσδιορίζεται ανωτέρω, εκτός αν υπάρχει ζήτημα παραγραφής και απώλειας προθεσμίας.

Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, Συνεδρίαση της 22.6.2023 (Προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις δικαστικών λειτουργών)

1. Μεταθέσεις Προέδρων Εφετών

2. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Προέδρων Εφετών

3. Μεταθέσεις Εφετών

4. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Εφετών

5. Μεταθέσεις Προέδρων Πρωτοδικών

6. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Προέδρων Πρωτοδικών

7. Μεταθέσεις Πρωτοδικών

8. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Πρωτοδικών

9. Διορισμός-τοποθέτηση αποφοίτων ΕΣΔΙ σε θέσεις Παρέδρων Πρωτοδικείων

10. Μεταθέσεις Εισαγγελέων Εφετών

11. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Εισαγγελέων Εφετών

12. Μεταθέσεις Αντεισαγγελέων Εφετών

13. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Αντεισαγγελέων Εφετών

14. Μεταθέσεις Εισαγγελέων Πρωτοδικών

15. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Εισαγγελέων Πρωτοδικών

16. Μεταθέσεις Αντεισαγγελέων Πρωτοδικών

17. Τοποθετήσεις νεοπροαχθέντων Αντεισαγγελέων Πρωτοδικών

18. Διορισμός-τοποθέτηση αποφοίτων ΕΣΔΙ σε θέσεις Παρέδρων Εισαγγελίας

19. Διορισμός-τοποθέτηση αποφοίτων ΕΣΔΙ σε θέσεις Δοκίμων Ειρηνοδικών Δ΄ Τάξης

20. Μεταθέσεις Ειρηνοδικών

21. Προαγωγές Ειρηνοδικών Β΄ Τάξης σε Α΄ Τάξης

22. Προαγωγές Ειρηνοδικών Δ΄ Τάξης σε Γ΄ Τάξης

Ειδική αποζημίωση δικαστικών αντιπροσώπων, Εφόρων και Εποπτών Εξωτερικού για τις εκλογές της 25-6-2023

Δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Β 3873/16.6.2023 η Υ.Α. 52303/14.6.2023 για την ειδική εκλογική αποζημίωση των δικαστικών αντιπροσώπων, Εφόρων και Εποπτών Εξωτερικού για τις βουλευτικές εκλογές της 25.6.2023.

Λήψη ΦΕΚ